Η κυβερνητική αστάθεια και η συνεχής εναλλαγή εξουσίας, έχει κατακερματίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, στην ικανότητα της εκάστοτε κυ...

ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ


 

   Η κυβερνητική αστάθεια και η συνεχής εναλλαγή εξουσίας, έχει κατακερματίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, στην ικανότητα της εκάστοτε κυβερνήσεως, να κρατήσει την τάξη και την σύνθεση της κοινωνίας σε αποδεκτά επίπεδα. Θα έπρεπε κατά τη γνώμη σας, να εφαρμοσθεί ένα νομικό πλαίσιο όπου θα έδινε στους πολίτες το δικαίωμα της δικαστικής αμφισβήτησης αποτελεσμάτων προεδρικών εκλογών;


   Στην Ελλάδα παραδοσιακά το εκλογικό σύστημα ευνοεί το πρώτο κόμμα, ενώ το κομματικό σύστημα είναι κατά βάση δικομματικό με δυο μεγάλες παρατάξεις στα δεξιά και αριστερά του πολιτικού φάσματος. Κατά κανόνα λοιπόν δεν έχουμε πρόβλημα κυβερνητικής αστάθειας στη χώρα μας, τουλάχιστον μετά από το 1974. Επίσης στερούμαστε κουλτούρα συναίνεσης, συνεννόησης και συμβιβασμού, δηλαδή των στοιχείων που είναι απαραίτητα για τη συνεργασία. Δεν είναι λοιπόν πολύ εύκολο να επιτευχθεί η κυβερνητική σταθερότητα σε συνθήκες απλής αναλογικής. Για αυτό και νομίζω ότι η εφαρμογή της θα είναι παροδική. Βέβαια η προηγούμενη εκτίμηση δεν σημαίνει ότι δεν θα ευχόμουν να συνεργαστούν τα κόμματα για να επιχειρήσουν ορισμένες απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για τη χώρα στους τομείς της πολιτικής και της οικονομίας ή του ασφαλιστικού και της δημόσιας υγείας και να προβούν σε βαθιές τομές που προϋποθέτουν ευρύτερη στήριξη και συναίνεση για να επιτύχουν.

   Αλλά δεν είμαι αισιόδοξος για την προοπτική αυτή. Επίσης θα προσέθετα ότι είμαι τελείως αντίθετος στη θέσπιση απαγόρευσης πρόωρης διάλυσης της Βουλής και εξάντληση της τετραετίας, γιατί τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν οι εκλογές ως μηχανισμός αποσυμπίεσης και ανανέωσης της εμπιστοσύνης του λαού στην κυβέρνηση. Φαντάζεστε μετά από το 2009 στην έκρηξη της μνημονιακής περιόδου να μην είχαμε τη δυνατότητα των διπλών εκλογών του 2012; Τέλος αντιλαμβάνομαι την ερώτησή σας για τον δικαστικό έλεγχο των προεδρικών εκλογών ως γενικότερη ερώτηση, ώστε να καταλαμβάνει τον έλεγχο ορισμένων πολιτικών διαδικασιών που εξελίσσονται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού, μεταξύ αυτών και η προεδρική εκλογή από τη Βουλή. Η απάντησή μου θα ήταν ότι αντιμετωπίζω το ενδεχόμενο αυτό πολύ επιφυλακτικά γιατί αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε μεγάλη κομματικοποίηση του δικαστηρίου που θα κρίνει τις διαφορές αυτές. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί κανείς να είναι ικανοποιημένος με κατάφωρες καταστρατηγήσεις της διαδικασίας για τις οποίες ωστόσο ένα πολιτικό όργανο με διευρυμένη σύνθεση συγκροτούμενο από πρόσωπα αυξημένου κύρους (π.χ. με τη συμμετοχή όσων διατέλεσαν Προέδροι της Βουλής ή και Πρόεδροι Δημοκρατίας) ή άλλως και απλούστερα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ήταν ίσως προτιμότερο και θα έπρεπε να είναι αρκετό.





   Τα τελευταία δώδεκα χρόνια, ο συλλογικός νους των Ελλήνων, έχει συρρικνωθεί σε ένα επίπεδο σκέψης όπου αυτοσκοπό έχει την άμεση επιβίωση. Η συρρίκνωση της νόησης των πολιτών, ενισχύεται από τα υποβαθμισμένα Πανεπιστήμια και τα σχολεία όπου έχουν μετατραπεί σε χώρους παραπαιδείας. Με αυτόν τον τρόπο, ο πολίτης έχει χάσει την αίσθηση απαίτησης των βασικών του δικαιωμάτων, ποιες θα ήταν οι κινήσεις ενός υγιούς κράτους, όπου σκοπό έχει την δημιουργία μιας ισχυρής κοινωνίας πολιτών;

   Για να είμαι ειλικρινής συμμερίζομαι σε μεγάλο βαθμό τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις σας. Νομίζω ότι από το 2004 και μετά ζούμε μια περίοδο σχετικής αν όχι παρακμής τουλάχιστον μείωσης των προσδοκιών. Θα σας πω π.χ. σε σχέση με τα πανεπιστήμια ότι πέρα από τα περιστατικά της βίας θεωρώ αδιανόητη τη φθορά της δημόσιας περιουσίας για την οποία όμως ευρύτερα στην Ελλάδα υπάρχει απαράδεκτη έλλειψη σεβασμού.
Ωστόσο δεν νομίζω ότι χρειάζονταν νέες προσλήψεις για τη στελέχωση της Πανεπιστημιακής αστυνομίας, ούτε η ιδεολογικοποίηση του ζητήματος αυτού, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, λες και τα πανεπιστήμια είναι κέντρα ανομίας και η αστυνόμευση είναι αυτό που τους λείπει. Επιστρέφοντας στην ευρύτερη εικόνα, όσο λειτουργούμε με άξονα το κράτος-λάφυρο το οποίο οι πολιτικές δυνάμεις εκμεταλλεύονται κι όσο η αγορά παραμένει δέσμια ολιγοπωλίων τα οποία στην πραγματικότητα δρουν πολλές φορές ως ολιγαρχία χωρίς αποτελεσματικό έλεγχο τόσο η παρακμή θα συνεχίζεται. Η αρνητική στάση του πολιτικού συστήματος απέναντι στις ανεξάρτητες αρχές είναι ενδεικτική της στρέβλωσης που υπάρχει στη χώρα μας και της αντίδρασης απέναντι σε ελεγκτικούς μηχανισμούς.





   Ως πολίτες μιας αυστηρά συνταγματικής κοινωνίας, έχουμε την υποχρέωση
συμμόρφωσης στις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Αυτή η συμμόρφωση, τίθεται σε κρίση μέσω των άνισων αποφάσεων, όπου λαμβάνονται ανάλογα με την κοινωνική θέση όπου ανήκει το άτομο Πως θα μπορούσε ύστερα από χρόνια λανθασμένων αποφάσεων και άνισων κυρώσεων, να αναδομηθεί η σχέση εμπιστοσύνης, μεταξύ του πολιτών και του δικαστικού συστήματος;

   Το πρόβλημα της άνισης απονομής δικαιοσύνης είναι σοβαρό και έρχεται να προστεθεί σε αυτό της καθυστερημένης απονομής δικαιοσύνης που αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας. Η αντιμετώπισή τους ξεπερνά τα όρια της συζήτησης αυτής. Θα έλεγα όμως ότι ένας σοβαρός παράγοντας δυσλειτουργίας είναι η πολυνομία και η στάση της διοίκησης. Το νομικό καθεστώς είναι τόσο σύνθετο που γεννά από μόνο του διαφορές. Όσο για τη διοίκηση, κι εκεί το πρόβλημα της αμεροληψίας (που περιλαμβάνει και την κομματικοποίηση) είναι μεγάλο. Ευέλικτο κράτος, που σημαίνει και μικρότερο κάποιες φορές, καλύτεροι νόμοι, συνεπής διοίκηση. Αυτά παράλληλα μα βελτιώσεις στο νομικό σύστημα μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση της κατάστασης. Αλλά καταλαβαίνετε ότι οι αντιδράσεις είναι μεγάλες. Η συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις είναι επίσης μεγάλο θέμα. Έχει κι αυτό να κάνει ιδίως με τη λειτουργία της διοίκησης και της πολιτικής εξουσίας στο κράτος μας. Το νομικό καθεστώς είναι αυστηρό για τη μη συμμόρφωση. Αλλά το πρόβλημα εντοπίζεται π.χ. στο ότι οι συνέπειες μιας απόφασης ιδίως αν η δίκη διαρκέσει πολλά χρόνια είναι συχνά δύσκολο να ανατραπούν. Πέρα από αυτό η μεγάλη πρόκληση αφορά νομίζω τη συμμόρφωση της διοίκησης στο πνεύμα της νομοθεσίας όπως την ερμηνεύει ιδίως το Συμβούλιο της Επικράτειας ώστε να βελτιωθεί, να ανυψωθεί το επίπεδο νομιμότητας της διοικητικής δράσης. Εκεί θέλει πολύ δουλειά να γίνει.




   Οι κανόνες του νέου κόσμου, απαιτούν την αναθεώρηση νόμων όπου θα φέρουν την λειτουργία του συστήματος εξουσίας, σε συμμόρφωση με τις ανάγκες των καιρών. Πιστεύεται πως η απαίτηση αλλαγής του δικαίου, θα έπρεπε να είναι αυτονόητο συνταγματικό δικαίωμα των κατοίκων κάθε χώρας;

   Σε πολλές χώρες η επικαιρότητα της νομοθεσίας είναι εμπεδωμένη αναγκαιότητα η οποία προβάλλεται μάλιστα και στα πλαίσια του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. Αλλά αυτό προϋποθέτει ότι ελέγχεται ουσιαστικά η εφαρμογή του νόμου, η απόδοσή του, οι συνέπειες στην πράξη και η ανάγκη τροποποίησης του λόγω αλλαγής των συνθηκών. Αυτό στην Ελλάδα ακόμη κι αν προβλέπεται δεν εφαρμόζεται στην πράξη. Οι υπουργοί επικεντρώνονται συχνά σε εξαγγελίες και όχι στα αποτελέσματα από την εφαρμογή του νόμου. Με τον τρόπο όμως αυτό η αναντιστοιχία μεταξύ νομικής ρύθμισης και ρυθμιζόμενης πραγματικότητας μεγαλώνει και ο πολίτης βλέπει τον νόμο ως τροχοπέδη στις προσπάθειές του. Οι αλλαγές που απαιτούνται προφανώς έχουν πολιτική και διοικητική κατεύθυνση αλλά επαναλαμβάνω ποιος τις διεκδικεί και ποιος τις εφαρμόζει; Εξ ου και ο περιορισμός των προσδοκιών των πολιτών.





   Τα ξεχασμένα σκάνδαλα του παρελθόντος, έχουν στιγματίσει την πολιτική ζωή της χώρας, σε βαθμό όπου επηρεάζει την εικόνα της στο εξωτερικό και την εμπιστοσύνη των αγορών σε μια όλο και συρρικνούμενη εσωτερική οικονομία. Ποιος είναι ο νομικός γνώμονας, όπου με απόλυτη αυστηρότητα και διαφάνεια θα επιβάλει κυρώσεις για την ποινική ευθύνη προσώπων;

   Σκάνδαλα υπάρχουν σε όλες τις κοινωνίες αν με αυτά εννοούμε καταχρήσεις εξουσίας και οικονομική εκμετάλλευση δημόσιας εξουσίας με τον ένα ή άλλο αθέμιτο ή άδικο τρόπο ή με την εύνοια προς ημέτερους. Μεγάλο εμπόδιο αποτελούσε η αποσβεστική προθεσμία στην ποινική ευθύνη των υπουργών η οποία με την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση καταργήθηκε. Το θέμα όμως δεν ταυτίζεται από συνταγματική άποψη με το ποινικώς ενδιαφέρον ερώτημα αν τιμωρήθηκαν οι ένοχοι. Το κρίσιμο συνταγματικό ερώτημα είναι αν υπάρχουν οι θεσμικές εγγυήσεις, τα αντίβαρα της εξουσίας, που εμποδίζουν και προλαμβάνουν τις ατασθαλίες, την παρανομία και τη διαφθορά. Θα προσέθετα μάλιστα και τον έλεγχο νομότυπων πράξεων που όμως έχουν μηδενική συμβολή στο δημόσιο συμφέρον, αποτελούν δηλαδή τεράστια έξοδα από τα οποία δεν μένει κανένα αποτέλεσμα. Αλλά στη χώρα μας η αντίδραση της πολιτικής εξουσίας στα αντίβαρα που την ελέγχουν και την περιορίζουν είναι μεγάλη και το χειρότερο είναι ότι η αντίδραση αυτή  εκδηλώνεται στο όνομα της δημοκρατίας αντί να επιδιώκεται η ενίσχυση των αντιβάρων χάριν αυτής! 





You may also like